Το παρόν άρθρο εντάσσεται στη σειρά άρθρων μου με γενικό τίτλο: Κρίσιμα πολιτειακά ερωτήματα. Η χθεσινή ανακοίνωση για την κηδεία του παλαιού δικηγόρου Κίκη Ταλαρίδη, μου υπενθύμισε την ανάμειξή του στη διαμάχη για το δικαίωμα κοινοβουλευτικού ελέγχου των πράξεων του Γενικού Εισαγγελέα, εξ αφορμής της συζήτησης του θέματος που ενέγραψε ο βουλευτής Χριστόφορος Χριστοφίδης. Στη μνήμη του Ταλαρίδη θα αφιερώσω το σημερινό μου άρθρο.
Ο Γενικός Εισαγγελέας Κρίτων Τορναρίτης είχε, με γνωμάτευσή του, καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Βουλή δεν είχε δικαίωμα κοινοβουλευτικού ελέγχου των ενεργειών του Γενικού Εισαγγελέα. Η άποψη αυτή ήταν άλλωστε σύμφωνη με τη γενικότερη αντίληψη του Τορναρίτη, σύμφωνα με την οποία το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει στη Βουλή δικαίωμα κοινοβουλευτικού ελέγχου των πράξεων, είτε της εκτελεστικής, είτε της δικαστικής εξουσίας. Αντίθετη άποψη είχε εκφράσει στο παρελθόν ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας Λουκής Λουκαΐδης, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι ο Γενικός Εισαγγελέας θα μπορούσε να ελεγχθεί από τη Βουλή για αυθαιρεσία.
Ο Χριστοφίδης εξασφάλισε γνωμοδότηση από τον πρώην δικηγόρο του γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα Κίκη Ταλαρίδη, ο οποίος τότε δικηγορούσε ως ιδιώτης, ο οποίος εξέφρασε την γνώμη ότι χωρεί κοινοβουλευτικός έλεγχος διότι οι εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα συνιστούν τμήμα του έργου της εκτελεστική εξουσίας. Αγορεύοντας, ο Χριστοφίδης κάλεσε τη Βουλή όπως μη απεμπολήσει το δικαίωμα ελέγχου του τρόπου άσκησης των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα, εφόσον αυτός είχε την εξουσία να αναστέλλει ποινικές διώξεις κατά βούληση. Αναφέρθηκε ονομαστικά σε 14 υποθέσεις αναστολής ποινικής δίωξης σε υποθέσεις κατοχής όπλων και κλοπών, κατηγορώντας παράλληλα και τον Υπουργό Δικαιοσύνης Λεύκο Κληρίδη ότι είχε καταχραστεί τις εξουσίες του.
Ο Τορναρίτης απάντησε λεπτομερώς στην γνωμάτευση Ταλαρίδη. Επανέλαβε τη θέση του πως το Σύνταγμα δεν αναγνώριζε δυνατότητα άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου από τη Βουλή. Τόνιζε περαιτέρω πως η φύση των αρμοδιοτήτων του Γενικού Εισαγγελέα τον καθιστούσαν ανεξάρτητο όχι μόνο από το εκτελεστικό τμήμα της κυβέρνησης, αλλά και από τη δικαστική και νομοθετική εξουσία. Για αυτό και δεν υπαγόταν σε οποιοδήποτε Υπουργείο και ήταν ανεξάρτητος αξιωματούχος, ενώ δεν ήταν μέλος της δημόσιας υπηρεσίας. Ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι αποτελούσε τμήμα της ευρύτερης εκτελεστικής εξουσίας, και πάλι δεν ήταν υποκείμενος στον έλεγχο του νομοθετικού σώματος. Δεν είχε μάλιστα ούτε υποχρέωση για λογοδοσία, σε αντίθεση με άλλους ανεξάρτητους αξιωματούχους, όπως ο Γενικός Ελεγκτής και ο Διοικητής της Εκδοτικής Τράπεζας που υποχρεούνταν να υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις προς τη Βουλή. Ουδείς συνταγματικός περιορισμός υφίστατο στην άσκηση των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα σε ποινικές διώξεις. Οι εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα δεν ήταν επομένως εκτελεστικής φύσης, ως υποστήριζε ο Ταλαρίδης, αλλά δικαστικής ή οιονεί δικαστικής φύσης.
Ο Τορναρίτης απάντησε πάντως στον Χριστοφίδη, διευκρινίζοντας ότι ανεξάρτητα από τη νομική του θέση ότι δεν υπόκειτο σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, ήταν πάντοτε πρόθυμος να παράσχει πληροφόρηση σε οποιοδήποτε μέλος της Βουλής, πληροφόρηση που όμως δεν είχε εν προκειμένω ζητηθεί από το Χριστοφίδη. Ο Τορναρίτης ήγειρε περαιτέρω ζήτημα τάξης ως προς το γεγονός ότι απόρρητα έγγραφα είχαν περιέλθει στην κατοχή του βουλευτή Χριστοφίδη κατά παράβαση του υπηρεσιακού απορρήτου. Ο Τορναρίτης προχώρησε πάντως σε αναλυτική και λεπτομερέστατη επεξήγηση των λόγων για τους οποίους είχε ανασταλεί η ποινική δίωξη σε εκάστη από τις 14 υποθέσεις στις οποίες είχε αναφερθεί ο Χριστοφίδης, απορρίπτοντας τις κατηγορίες περί αβάσιμης αναστολής ποινικής δίωξης. Στις πλείστες μάλιστα περιπτώσεις, την αναστολή είχαν εισηγηθεί δικηγόροι της Δημοκρατίας ή και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, τις απόψεις των οποίων είχε υιοθετήσει ο Τορναρίτης κατόπιν και δικής του μελέτης. Παρατήρησε ακόμα ότι κατά το 1975 επί 828 υποθέσεων είχε καταχωρηθεί αναστολή ποινικής δίωξης μόνο σε 44, δηλαδή σε ένα ποσοστό περίπου 5% των υποθέσεων. Σε πολλές περιπτώσεις η αναστολή οφειλόταν σε τεχνικούς λόγους, ενώ σε άλλες σχετιζόταν με την προσπάθεια της κυβέρνησης να συλλέξει όλο τον υφιστάμενο παράνομο οπλισμό.
Οι απαντήσεις του Τορναρίτη άφησαν πλήρως ικανοποιημένους τους περισσότερους βουλευτές με το βουλευτή του ΑΚΕΛ και δικηγόρο Γιάγκο Ποταμίτη να δηλώνει ότι οι εξηγήσεις που είχε δώσει ο Τορναρίτης ήταν πλήρως ικανοποιητικές και ότι η περαιτέρω συζήτηση του θέματος ήταν ανούσια. Ο βουλευτής του Ενιαίου Κόμματος και επίσης δικηγόρος Ανδρέας Χατζηϊωάννου καταλόγισε εξάλλου στον Χριστοφίδη άγνοια αναφορικά με τον τρόπο χειρισμού του θέματος. Ο Χριστοφίδης δήλωσε αντίθετα ότι δεν είχε ικανοποιηθεί από τις απαντήσεις του Γενικού Εισαγγελέα, τον οποίο κατηγόρησε για συμβιβαστική στάση απέναντι στην παρανομία. Ουδείς άλλος βουλευτής όμως συμφώνησε με τον Χριστοφίδη. Η μεταγενέστερη νομολογία ισχυροποίησε τη θέση για το ανέλεγκτο των αποφάσεων του Γενικού Εισαγγελέα.